Wednesday, May 27, 2009

granita fraoula

Άλλο ένα άρθρο που μου τράβηξε την προσοχή, από τον τίτλο του και μόνο καθώς ζέστη και γρανίτα φράουλα πάνε μαζί, ήταν το ακόλουθο:
Ενός φίλου (όπως έγραφε στην εφημερίδα),

Τα πράγματα μού έρχονται αλλιώς από τότε που θυμάμαι (ή νομίζω ότι θυμάμαι) τον εαυτό μου. Την πρώτη φορά, πρέπει να ήμουν πολύ μικρός, μάλλον δεν είχα πάει ακόμα σχολείο. Είχε έρθει το τσίρκο στην Αθήνα, και οι γονείς αποφάσισαν να πάνε τα παιδιά να δουν τους ακροβάτες και τα λιοντάρια, σκεπτόμενοι προφανώς ότι το τσίρκο είναι το ό,τι πρέπει θέαμα για τα παιδιά. Μόνο που το συγκεκριμένο παιδί (για τα αδέρφια μου δεν μπορώ να μιλήσω, δεν έχω λάβει εξουσιοδότηση) δεν την πάλευε καθόλου με το τσίρκο, ακόμα και πριν έρθει το τσίρκο στη Αθήνα, όταν βλέπαμε στην τηλεόραση το σοσιαλιστικό τσίρκο της Μόσχας (που ήταν ίδιο με το καπιταλιστικό, εξίσου χάλια δηλαδή). Άντε, λοιπόν, να πάμε στο τσίρκο, να μη χάσουμε (και μαζί με μας, η Βενετιά το βελόνι της). Άντε και να ρίξουμε καμιά σφαλιάρα στον κανακάρη που πάταγε τσιρίδα ότι δεν ήθελε να πάει («Αμάν πια! Τι θα κάνουμε με αυτό το παιδί;»). Άντε και να του ξαναρίξουμε καμιά σφαλιάρα, γιατί μας έχει πάρει τ’ αυτιά μες στο αμάξι λέγοντας συνέχεια «Εμένα να με αφήσετε στο φανάρι και θα σας περιμένω όταν τελειώσει».
Όπως προβλεπόταν, το θέαμα ήταν απελπιστικό. Κάτι ελεφαντάκια που τους είχανε φορέσει φουστάκια και τα πρήζανε για να πηδάνε σε κάτι στρόγγυλα τραπέζια, κάτι άλλοι περίεργοι που κάνανε ισορροπία με αμφίεση τίγκα στο στρας της τεχνοτροπίας «πώς κυκλοφορεί αυτός έτσι έξω;» και κάτι κλόουν που ρίχνανε σφαλιάρες ο ένας στον άλλο για να γελάει ο όχλος. Εν ολίγοις, μπορεί το τσίρκο να μάγευε τη γενιά του Φελίνι, αλλά για μένα, που ήδη τότε είχα δει Star Wars και Μπακ Ρότζερς (κάθε Παρασκευή απόγευμα στην ΥΕΝΕΔ), το θέαμα που προσέφερε ήταν βαρετό και γελοίο. Άμα έχεις δει αστρομαχίες, τι να σου πουν οι ζογκλέρ;
Εκεί, λοιπόν στο τσίρκο, συνέβη το μέγα γεγονός το αναπάντεχο. Την ώρα του διαλείμματος (που αναμφίβολα ήταν η καλύτερη στιγμή της παράστασης), εμφανίστηκε πλανόδιος πωλητής με δίσκο γεμάτο σνακ. Σε μια από τις αστραφτερότερες εκλάμψεις της ζωής της, η μανούλα λέει «Να πάρουμε γρανίτες στα παιδιά». Και ήταν ακριβώς αυτή η έκλαμψη της μανούλας που οδήγησε τον Βενιαμίν, και πιο αγαπημένο της, στην πρώτη μεγάλη ανακάλυψη της ζωής του. Η γρανίτα φράουλα δεν είναι θαύμα θαυμάτων μόνο (ούτε κυρίως) για την απίθανη γεύση της ή για το μαγικό χρώμα της που θυμίζει διαστρικό κοκτέιλ πρωτονίων, από αυτά που αρέσουν πολύ στον Σποκ. Το μέγα θαύμα της γρανίτας είναι ότι δεν ξέρεις τι ακριβώς είναι, πράγμα που καθόλου δεν σε αποτρέπει από το να της παραδοθείς. Η γρανίτα δεν είναι ούτε ποτό αλλά ούτε και παγωτό, αλλά ταυτόχρονα είναι και τα δύο μαζί, ρέοντας σε ένα όριο απροσδιοριστίας όπου οι γευστικές ταυτότητες διαπλέκονται. Ενώ τη ρουφούσα και την έτρωγα χρησιμοποιώντας το καλαμάκι σαν κουτάλι, προσπαθούσα να την κατατάξω σε κάποια από τις διατροφικές κατηγορίες που ήξερα, αλλά αυτή παρέμενε πεισματικά στο δικό της ροζ σύμπαν που αναδύθηκε συναρπαστικό μέσα από τη λαμέ πλήξη του τσίρκου.
Έτσι γίνεται πάντα. Για άλλα πας και άλλα σου προκύπτουν. Εκεί που περίμενα ο μικρούλης το ζόφο του τσίρκου, ανακάλυψα τη γρανίτα φράουλα, και μαζί της ότι το ενδιαφέρον δεν βρίσκεται στις καθαρές και ταξινομημένες γεύσεις. Το ενδιαφέρον το έχουν πάντα τα πράγματα που μπλέκονται, όλα αυτά που είναι και παγωτό και ποτό μαζί, τα ωραία μάτια που είναι και αλαζονικά ταυτόχρονα. Τα άλλα, τα ξεκάθαρα, είναι πληκτικά σαν το τσίρκο.
Επιστρέψαμε στο αμάξι με τσιρίδες. - «Τι έχεις, πουλάκι μου;», ρώτησε η μανούλα. - «Θέλω να με ξαναπάτε στο τσίρκο», απάντησε ο γρανιτοχτυπημένος κανακάρης, προσπαθώντας να βγάλει κανένα δάκρυ για να γίνει πιστευτός.
Η μαμά και ο μπαμπάς κοιτάχτηκαν με έναν τρόπο που χαράχτηκε στη μνήμη μου, και που αργότερα, όταν μεγάλωσα, κατάλαβα ότι πρόδιδε απελπισία.
Δυστυχώς δεν μπορώ να θυμηθώ τη δική μου αντίδραση όταν δοκίμασα γρανίτα φράουλα για πρώτη φορά. Πάντως θυμάμαι πως έκανα κάθε φορά που πήγαινα στο τσίρκο, γιατί πήγα πάρα πολλές φορές.....
Σα χαζό... :P :P :P
Ήμουνα μικρή. Δεν ήξερα.

Monday, May 25, 2009

τα γλυκά των 70's

Σήμερα έπεσε τυχαία στα χέρια μου μια εφημερίδα, απ'αυτές τις free που κυκλοφορούν πολύ τελευταία. Και το όνομα αυτής "i cook greek". Γενικά εγώ και η μαγειρική καμία σχέση, κι ας λέω συνέχεια στη μητέρα μου, που παραπονιέται πως δεν ξέρω τίποτα από δουλειές του σπιτιού και μαγειρική (ναι έχει δίκιο αλλά εννοείται δεν θα της το πω), πως "Ξέρω να μαγειρεύω ρε μαμά, απλά εδώ είναι το δικό σου σπίτι κι εγώ είμαι φιλοξενούμενη(!). Όταν πάω στο δικό μου σπίτι, κι εγώ θα τα κάνω."
Επειδή όμως για να περάσει η ώρα σ' ένα δημόσιο μέσο μεταφοράς, βλέπε τα λεωφορεία για παράδειγμα (και συγκεκριμένα το 054 που βρέθηκα σήμερα, εν ώρα αιχμής παρακαλώ, με την Πατησίων να είναι πύχτρα και τη ζέστη αφόρητη) χρειάζεται κανείς είτε να είναι καλωδιωμένος είτε να έχει παρέα, εγώ λόγω έλλειψης και των δύο είπα να ξεφυλλίσω την εφημεριδούλα μου.
Εντάξει μπορεί να βαριέμαι τη μαγειρική αλλά τουλάχιστον θα με βοηθούσα στο να περάσει πιο γρήγορα η ώρα. Εκεί που ξεφύλλιζα έπεσα πάνω σ' ένα άρθρο με τον εξής τίτλο: τα γλυκά των 70's.
Ως περίεργη που είμαι, είπα να κάνω μια ανάγνωση. Εδώ παραθέτω ένα απόσπασμα του εν λόγω άρθρου.

Της Χριστίνας Τσαμουρά...

Τότε που η Αθήνα των λαϊκών συνοικιών έτρωγε τουλούμπες απ’ το φούρνο, το μεσοαστικό κέντρο υποκλινόταν στη σαρλότ του Delice και οι πελάτες των καφε-ζαχαροπλαστείων παράγγελναν «Γκαρσόν, μια σεράνο», που κατέφτανε σε τσίγκινο τετράγωνο πιατάκι, μεγάλωνα κι εγώ γλυκά γλυκά κάπου στο Βύρωνα...

Στον κάτω όροφο κερνάγαμε Τζοκόντα. Ήταν το σπίτι μας. Η μαμά θεωρούσε ότι τα καλύτερα σοκολατάκια τα έχει το Αριστοκρατικόν -αλλά «ποιος κατεβαίνει κέντρο»- κι ότι η Τζοκόντα ήταν η αξιοπρεπέστερη επιλογή απ’ τα «φθηνά». Σε μας δεν άρεσαν και πολύ οι τζοκόντες παρά την αξιοπρέπειά τους –μαζεύαμε όμως τα χρυσά χαρτάκια με τη Μόνα Λίζα και τα δίναμε στον Σταύρο, που τα έκανε μπαλάκι και έπαιζε ποδόσφαιρο με τα δάχτυλα. Στον πάνω όροφο κερνάγαμε μια πράσινη ΙΟΝ με φουντούκι στη μέση, τη Noisetta. Ήταν το σπίτι της γιαγιάς και φημιζόταν κυρίως για το βύσσινο γλυκό στο γυάλινο πιατάκι, τα σεμεδάκια και την υπέροχη σπιτική βυσσινάδα. Οι νουαζέτες ήταν οι αγαπημένες όλων των παιδιών της γειτονιάς, αν και προσωπικά μου την έσπαγε το φουντούκι, γι’ αυτό έτρωγα συνήθως μόνο το γύρω γύρω, μια άκρως παιδική, γλυκιά και τρυφερή γάλακτος. -Το καλύτερο πετάς, σχολίαζε η μαμά της μαμάς μου, μαζεύοντας φουντούκια απ’ τα ξύλινα πατώματα και τα μωσαϊκά. Συχνά η γιαγιά αγόραζε χύμα και κάτι άλλες μαύρες σοκολάτες που ήταν σα μαργαρίτες. Αυτές δεν άρεσαν σε κανέναν μας. Δεν ξέρω γιατί τις έπαιρνε. Ίσως γιατί ήταν οι μόνες που έμεναν απείραχτες στο πορσελάνινο κουτί τους και είχε κάτι να κεράσει το «μουσαφίρη» που χτύπαγε αιφνιδιαστικά το κουδούνι.
Οχ! εργολάβοι...
Στον κάτω όροφο επικρατούσε άλλη γλυκιά τάξη πραγμάτων, που οριζόταν από τη μανούλα και ως προς την εφαρμογή της υποστηριζόταν από τον μπαμπά. Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, το σπίτι μας ήταν από τα λίγα, φαντάζομαι, που δε γνώρισε ποτέ εργολάβους. Αν δεν υπήρχε το σχολείο και κάποιες συμμαθήτριες που τους φέρνανε συστηματικά ως κέρασμα σε γενέθλια και σε γιορτές, μπορεί ακόμη και σήμερα να θεωρούσα ότι τα γλυκίσματα αυτά με το αμύγδαλο και τη μαρέγκα είναι κάτι τύποι που χτίζουν πολυκατοικίες με αντιπαροχή. Παρότι της μόδας, η μητέρα μου νομίζω ότι τους θεωρούσε ελαφρώς ...μπανάλ –όπως και τα σου αλά κρεμ με εκείνη την κρυσταλλωμένη διαφανή κρούστα ζαχαρωμένης αγευσιάς, που έκανε κρίτσι κρίτσι στα δόντια σαν το πόδι του Αλκίνοου, αλλά και τα κοκάκια, που είχαν για επικάλυμμα μια σχεδόν πλαστική φλούδα, η οποία θεωρητικά ήταν σοκολάτα, αλλά πρακτικά της έμοιαζε μόνο στο χρώμα.
Τα γλυκά αυτά συνήθως ήταν αγορασμένα από κάτι συνοικιακά μαγαζιά που λέγονταν «Αρτοποιία-Ζαχαροπλαστική Αφοί Καρανικόλα» ή κάπως έτσι. Εμένα δε με απασχολούσε καθόλου το ...μπανάλ του πράγματος -δεν καταλάβαινα και τι είναι- αρκεί το πράγμα να ήταν νόστιμο. Ούτε είχα θέμα με τους Αφούς Καρανικόλα -και με κανέναν Αφό του κέντρου ή των συνοικιών- όμως με τους εργολάβους αυτούς καθαυτούς από μικρό παιδί δεν τα πήγαινα καθόλου καλά. Ήταν πλασμένοι κατ’ εικόνα και ομοίωση ενός λαχταριστού μπισκότου, αλλά όταν τους δάγκωνες σε περίμενε διπλή απογοήτευση: αφενός δεν ήταν λαχταριστοί, αφετέρου δεν ήταν καν μπισκότο! Τι προδοσία! Μερικοί απ’ αυτούς είχαν και το θράσος να μυρίζουν …πικραμύγδαλο. Αίσχος!
Θυμάμαι ακόμη την ψυχική ευφορία που ένιωσα βλέποντας την εορτάζουσα Βιβή να καταφτάνει στην Ε’ τάξη με το κουτί-έκπληξη, καθώς και την πίκρα που ακολούθησε μόλις το πακέτο άνοιξε στην έδρα: «Οχ, εργολάβοι!». Επειδή δεν είναι σωστό να πετάμε το κέρασμα -ειδικά παρουσία εκείνου που μας κέρασε- το εν λόγω σκεύασμα τυλίχτηκε τότε ενοχικά ενοχικά με τη χαρτοπετσέτα του σάντουιτς και μπήκε στη σχολική τσάντα «για μετά». Στη συνέχεια αναπαύτηκε κάμποσες μέρες στον πάτο της περί ης ο λόγος τσάντας, η οποία ενώ μέχρι τότε μύριζε ένα χαρμάνι ξυσμένου μολυβιού, ανοιγμένης UHU και πολυκαιρισμένου μήλου, έκτοτε εμπλουτίστηκε και με εσάνς ξεχασμένου εργολάβου. Η δε Βιβή, ως εορτάζουσα, πέρασε στα αζήτητα.
Η συνέχεια στο www.icookgreek.com Πραγματικά αυτό το άρθρο αισθάνθηκα ότι περιγράφει τη ζωή μου... Κι εμείς θυμάμαι στο χωριό, όπου πέρασα τα παιδικά μου χρόνια και χαίρομαι πολύ γι αυτό διότι πραγματικά έχω ζήσει απίστευτα πράγματα εκεί, είχαμε νουασέτες για να κερνάει η γιαγιά, που πάντα όμως εξαφανίζονταν ως δια μαγείας, και αυτές τις μαργαρίτες με τη σοκολάτα υγείας που, ναι, ποτέ δεν τις τρώγαμε και τις είχε μονίμως στη φοντανιέρα της για να κερνάει τις θείες που θα έρχονταν επίσκεψη. Αχ τι μου θύμησε τώρα.....

Friday, May 22, 2009

my new dress...

Χθες πήγα σε μια γιορτή, Κώστας βλέπεται, και αποφάσισα να βάλω το καινούριο μου φορεματάκι. Γενικά μ'αρέσει το navy στυλ του. Η φουξ τσαντούλα μου, έσπασε λίγο το σύνολο. Yesterday i went in a friend. It was his nameday, and i decided to wear my new navy dress.
Δεν είναι και η καλύτερη φωτογραφία διότι βιαζόμουν. Είχα αργήσει λιγάκι...η αλήθεια να λέγεται.

Friday, May 15, 2009

Fotos from Aigina...

Before 2 days i came back from my trip to Aegina. Fortunately the weather was perfect. The only problem was that there wasn't blowing enough so it took us a little bit more to reach Aigina's port... but who cares? What struck me was the fact that Saronikos was full of every kind and size of yachts. Where did they saw financial crisis? While sailing we wear our old clothes, that is why i look like that...


Because of the heat i couldn't hold and dive my feet into the sea. The water, though cold, had such a nice color ...  
The sunset was just amazing!!!

The night we went for a walk to discover Aigina's nightlife. It isn't the best photo, however. 
 
And now back to our base. Back to Athens. 
 
 I might get tired a little and got dizzy by the sun, but it was totally worthwhile!!!  

I hope you have such an experience too. Kisses x x x

Wednesday, May 6, 2009

1st of may

On 1st of May i went on a three-day trip to Kalamata. Fortunately the weather was very sunny.


It wasnt the perfect outfit for the waterfalls but I didnt know that we were going to visit such a place....i am always the last to know everything.

Skirt: from Bratislava
Shirt: Zara
Boots: Gianna Kazakou



 Jeans: H&M
Tshirt: Zara
Camisole: Benetton
Scarf: vintage, from grandma
Bag: vintage, from mum
Shoes: All Star